αισχνίδες

αισχνίδες
(aeschnidae). Οικογένεια οδοντόγναθων εντόμων της υπόταξης των ανισοπτέρων. Το θηλυκό εναποθέτει τα αβγά του στους ιστούς ελόβιων φυτών. Το στάδιο της προνύμφης διαρκεί πολλά χρόνια. Οι προνύμφες έχουν κοιλιά κυλινδρική και επιμήκη και λεπτά πόδια. Τα ώριμα άτομα φέρουν φτερά σε ζωηρά χρώματα (δύο αποχρώσεις).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αίσχνη — (aeschna). Γένος εντόμων. Πρόκειται για οδοντόγναθα που ανήκουν στις αισχνίδες. Έχει μήκος 75 χιλιοστά και διαβιώνει κοντά σε έλη ή λίμνες στις ορεινές και δασώδεις περιοχές της βόρειας Ευρώπης και της Αμερικής. Έχει ζωηρά χρώματα, μεγάλα φτερά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”